Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

π. Λάμπρος Τσιάρας*: «Τὸ Πανεπιστήμιο Ἰωαννίνων... μνημονεύει εὐγνωμόνως τῆς προσφορᾶς τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας πρὸς αὐτό»


 
Λόγος  αὐτοσχέδιος
ἐκφωνηθεὶς στὴν Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων τὴν 30ην Μαΐου 2014, κατὰ τὴν πανηγυρικὴ ἐκδήλωση τοῦ Ἱδρύματος γιὰ τὰ πενήντα χρόνια λειτουργίας του, τὴν ὥρα τῆς ἐπίδοσης ὑπὸ τοῦ Πρυτάνεως κ. Τριανταφύλλου Ἀλμπάνη τιμητικῆς πλακέτας στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ἰωαννίνων, γιὰ τὴν προσφορά της σὲ αὐτό.

 
Ἐντιμολογιώτατε κ. Πρύτανη.

Ἀποδεχόμαστε εὐχαρίστως τὴν ἐκ μέρους σας ἀπονεμόμενη τιμή, ὡς ἐπὶ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας διαβαίνουσαν. Μεγάλη μας ὄντως ἡ χαρά, ποὺ τὸ ἀνώτατο πνευματικὸ ἵδρυμα τῆς πόλης μας, τὸ Πανεπιστήμιο Ἰωαννίνων, μὲ τὴν διεθνῆ ἀκτινοβολία του, μνημονεύει εὐγνωμόνως τῆς προσφορᾶς τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας πρὸς αὐτό.

Ὅταν, πρὶν πέντε χρόνια, ξέσπασε στὴ χώρα μας ἡ «κρίση», μᾶς ρωτούσανε πολλοί∙ τὶ προτίθεται νὰ κάνει ἡ Ἐκκλησία; τὶ ἔχει νὰ διανείμει στὸ λαό; Κι ἐμεῖς ἀπαντούσαμε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία θὰ κάνει καὶ τώρα ὅ,τι ἔκανε καὶ κάνει πάντοτε∙ θὰ στηρίξει, δηλαδή, μὲ κάθε τρόπο τὸν λαό. Καὶ τὸν στηρίζει. Ὡστόσο ξέρει ἡ ἴδια, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ζεῖ «ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ». Γι’ αὐτὸ καὶ ἐντάσσει στὴ μητρική της μέριμνα κι ἄλλες ἀκόμα πράξεις καὶ προσφορές, ὅπως αὐτὴ πρὸς τὸ Πανεπιστήμιο, πρὶν ἀπὸ 50 χρόνια∙ διότι θέλει, ἡ Ἐκκλησία, νὰ καλλιεργεῖται ἡ Παιδεία, ν’ ἀνοίγονται Σχολεῖα, νὰ διακονοῦνται οἱ Τέχνες, νὰ εὐδοκιμεῖ ἡ Ἐπιστήμη, νὰ προάγεται ὁ Πολιτισμός. Καὶ θέλει, γιατὶ δι’ ὅλων αὐτῶν τιμᾶται ὁ ἄνθρωπος καὶ δοξάζεται ὁ Θεός!

Δὲν φοβεῖται ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ θεολογία της τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἔρευνα. Πρωτίστως, γιατὶ ἡ Ἐπιστήμη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ∙ «αὐτὸς ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην, ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις αὐτοῦ» (Σοφ. Σειρ. 38, 6). Ποτὲ ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολὴ δὲν ἔστειλε ἐπιστήμονες στὴν πυρά. Τοὐναντίον∙ περιμένει πάντοτε καὶ μὲ ἐνδιαφέρον τὰ πορίσματα τῶν ἐπιστημῶν, κυρίως τῶν λεγομένων ἀνθρωπιστικῶν, γιὰ νὰ τὰ ἀξιοποιήσει στὴν ποιμαντική της πράξη, στὸ ἔργο τῆς ἀνόρθωσης τῆς κατεῤῥαγμένης ἀνθρώπινης προσωπικότητας. Ἄλλωστε ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς εἶναι νὰ ποιμαίνουμε τὸν λαό του «μετ’ ἐπιστήμης» (Ἱερ. 3, 15).

Τὸ ἔργο τῆς Ἐπιστήμης εἶναι νὰ ἐρευνᾶ καὶ νὰ ἀνακαλύπτει τοὺς λόγους καὶ τὴν ἀλήθεια τῶν ὄντων καὶ τῶν φαινομένων. Αὐτὸ εἶναι ἔργο εὐλογημένο, καθὼς φέρνει σὲ φῶς τὰ μυστικὰ ποὺ ὁ Θεὸς ἔκρυψε μέσα στὴ δημιουργία του, ἀλλὰ καὶ ἀξιοποιήσιμο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία εἶναι, μὲ τὴν ἔννοια ποὺ ἀναφέραμε βεβαίως∙ ὄχι πρὸς συμπλήρωση, τροποποίηση ἢ ἀλλοίωση τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀληθείας. Γιὰ τὴν θεολογία οἱ λόγοι τῶν κτιστῶν ὄντων συγκεφαλαιοῦνται στὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ ἄκτιστο Λόγο (μὲ κεφαλαῖο), ὁ ὁποῖος «ἐν ἀρχῇ ἦν» καὶ εἶναι αὐτὸς «δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο». Αὐτὸν τὸν Λόγο δὲν τὸν ἐρευνοῦμε, διότι ὁ ἴδιος μὲ τὴ θέλησή του «σάρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Εἶναι ὁ ἴδιος ἡ Ἀλήθεια (μὲ κεφαλαῖο), ποὺ μᾶς «ἐφανερώθη» καί, ἔκτοτε, μένει μεθ’ ἡμῶν εἰς τὸν αἰῶνα. Γιὰ μᾶς δηλ. ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι ἔννοια ἢ ἰδέα∙ δὲν εἶναι ἀνακάλυψη καὶ κατόρθωμα τῆς ἀνθρώπινης γνωστικῆς λειτουργίας. Εἶναι Πρόσωπο∙ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου, ποὺ ἀποκαλύπτεται σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν πιστεύουν καὶ τὸν ζητοῦν. Εἶναι κατόρθωμα τῆς πίστης ἡ ἀλήθεια. Τὸν Θεὸ τὸν εὑρίσκει ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἀναζητεῖ, ἐκεῖνος ποὺ κρούει τὴν θύρα του∙ «πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται». Δὲν εἶναι τυφλὴ ἡ πίστη. Τὸ «πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα» εἶναι σύνθημα σκοταδιστικό, ἀνελεύθερο, ξένο πρὸς τὴν διδαχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ πίστη ὁρᾶ, θεᾶται. Δὲν κλείνει τοὺς δρόμους τοῦ μυαλοῦ∙ ἀντίθετα, δίνει φτερὰ στὸν νοῦ, ὥστε νὰ ὑπερβαίνει τὰ ὅριά του∙ νὰ πετᾶ ἀπὸ τὰ ὁρώμενα εἰς τὰ μὴ ὁρώμενα∙ νὰ ἐλέγχει - ὅπως τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος - πράγματα μὴ βλεπόμενα.

Ἐδῶ, βέβαια, ἀνοίγεται ἕνα μεγάλο ζήτημα, αὐτὸ τῆς γνωσιολογίας, στὸ ὁποῖο δὲν μποροῦμε - οὔτε καὶ πρέπει - νὰ μποῦμε τώρα. Ὑπογραμμίζουμε μόνο, ὅτι στὴ γνώση τοῦ κτιστοῦ φτάνουμε διὰ τῆς καταφατικῆς ὁδοῦ: μὲ τὴν παρατήρηση, τὸν συλλογισμό, τὴν ἀπόδειξη, τὸ πείραμα. Στὴ θεολογικὴ γνωσιολογία, στὴ γνώση τοῦ ἀκτίστου, ἀκολουθοῦμε τὴν ἀποφατικὴ ὁδό. Ὑπάρχει κι ἐδῶ - ἐδῶ κατ’ ἐξοχὴν ὑπάρχει - πραγματικὴ γνώση καὶ ὅραση καὶ γεύση∙ ἀκόμα περισσότερο, ὑπάρχει σχέση προσώπων, θείου καὶ ἀνθρώπινου, ὑπάρχει κοινωνία καὶ πεῖρα θεώσεως. Τὸ βεβαιώνει αὐτὸ ἡ νηπτική μας παράδοση, ἀπὸ Συμεὼν τὸν νέο θεολόγο, τὸν Καβάσιλα καὶ τὸν Παλαμᾶ, ὡς τοὺς Κολλυβάδες, τὸν Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Κόντογλου… Θέλουμε μὲ αὐτὰ νὰ ποῦμε, ὅτι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἔρευνα τῆς Ἐπιστήμης εἶναι δύο διακεκριμένα ἀπ’ ἀλλήλων γνωστικὰ πεδία, τὰ ὁποῖα οὔτε συγκρούονται οὔτε συγχέονται∙ ἁπλῶς ἐφάπτονται.

Αὐτά, ὄχι ὡς διδασκαλία, ἀλλ’ ὡς κατάθεση ὁμολογίας πίστεως καὶ μαρτυρίας ζωῆς.

Σᾶς εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν πρὸς τὴν Ἐκκλησία μας τιμή.

*Ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Λάμπρος Χ. Τσιάρας, πρωτοσυγκελλεύων της Ι. Μ. Ιωαννίνων, εκπροσώπησε στην εκδήλωση για τα 50 χρόνια από τη ίδρυση του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων το Μακαριώτατο Τοποτηρητή της Μητροπόλεώς μας, Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου